eBiody : Ανάλυση Σύστασης Σώματος 1

Υπάρχουν  αρκετές μέθοδοι που έχουν αναπτυχθεί για τη μέτρηση της σύστασης σώματος .

Πολλές από αυτές χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά για ερευνητικούς σκοπούς γιατί είναι χρονοβόρες και συχνά δαπανηρές. Η ανάλυση βιοηλεκτρικής εμπέδησης (bioelectrical impedance analysis, BIA) για τη μέτρηση της σωματικής σύστασης είναι μία σχετικά προσιτή μέθοδο για τη μέτρηση της σύστασης σώματος, που χρησιμοποιείται όλο και συχνότερα στην κλινική πράξη. Οι αρχές και οι περιορισμοί αυτής της μεθόδου παρουσιάζονται παρακάτω.

Βασική αρχή της μεθόδου.

Η μέθοδος BIA βασίζεται στο γεγονός ότι η αντίσταση του εναλλασσόμενου ηλεκτρικού ρεύματος εξαρτάται από τη σωματική σύσταση (ειδικά από την περιεκτικότητα και την κατανομή του νερού και των ηλεκτρολυτών). Σε έναν υγιή οργανισμό, η περιεκτικότητα σε νερό είναι σχετικά αμετάβλητη στην άλιπη μάζα (ΑΛΜ). Επιπλέον, η λιπώδης μάζα (ΛΜ) περιέχει μικρές ποσότητες νερού και ηλεκτρολυτών και ως εκ τούτου η αντίσταση είναι υψηλή.

Η αγωγιμότητα στο ηλεκτρικό ρεύμα εξαρτάται από τη συχνότητα ενός εναλλασσόμενου ρεύματος. Τα χαμηλής συχνότητας εναλλασσόμενα ρεύματα διαπερνούν το σώμα κυρίως διαμέσου του εξωκυττάριου χώρου, ενώ τα υψηλής συχνότητας ρεύματα διαπερνούν το σώμα μέσω τόσο του εξωκυττάριου όσο και ενδοκυττάριου ύδατος. Άλλα συστατικά, όπως τα οστά ή ο αέρας που βρίσκονται στους πνεύμονες ή στο πεπτικό σύστημα, είναι κακοί αγωγοί και δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν. Ωστόσο, η αγωγιμότητα επηρεάζεται από κλινικές καταστάσεις, όπως η φλεγμονή.

Η εμπέδηση (Z) συνίσταται από δύο παραμέτρους:

  • Αντίσταση (resistance, R) – εμποδίζει τη δίοδο του ηλεκτρικού ρεύματος και εξαρτάται κυρίως από το εξωκυττάριο υγρό.
  • Χωρητική αντίσταση (reactance, Xc)– καθορίζεται από τις ηλεκτρικές ιδιότητες των κυτταρικών μεμβρανών, οι οποίες λειτουργούν ως πυκνωτές και έχουν την ιδιότητα να υποδέχονται εναλλασσόμενα ηλεκτρικά φορτία και στη συνέχεια να τα απελευθερώνουν, αφού έχουν προκαλέσει μία καθυστέρηση στη ηλεκτρική δίοδο. Αυτό το φαινόμενο εξαρτάται μερικώς από την κυτταρική μάζα του σώματος.

Η αντίσταση (R) σε ρεύμα χαμηλής συχνότητας (μέχρι 50 kHz) είναι κυρίως ανάλογη με το εξωκυττάριο ύδωρ, ενώ η χωρητική αντίσταση (Xc) σε ρεύμα υψηλής συχνότητας (100-200 kHz) σχετίζεται με τον αριθμό των «λειτουργικών» κυττάρων, τα οποία διευκολύνουν τη δίοδο του εναλλασσόμενου ρεύματος υψηλής συχνότητας. Όσο υψηλότερη είναι η συχνότητα του ρεύματος, τόσο χαμηλότερη είναι η αντίσταση και τόσο μεγαλύτερη θα είναι η χωρητική αντίσταση.

Εγγραφείτε στήν λίστα μας

Εγγραφείτε στην λίστα μας για να λαμβάνετε ενημερώσεις και προσφορές

 

Ευχαριστούμε για την εγγραφή σας